Στην σημερινή διεθνή πανεπιστημιακή πραγματικότητα μετράει ιδιαίτερα η κλίμακα. Το μέγεθος του αγγλοσαξωνικού πανεπιστημιακού χώρου έχει συμβάλει αποφασιστικά στην κυριαρχία του. Εκτός από τις προφανείς οικονομίες κλίμακος, σε έναν ευρύ πανεπιστημιακό χώρο δεν διαμορφώνονται πανεπιστημιακά στεγανά διά των οποίων μονοπωλείται η ακαδημαϊκή εξουσία και περιορίζεται ο ανταγωνισμός. Πανεπιστημιακός ο οποίος, δικαίως ή αδίκως, θεωρεί ότι δεν έχει αναγνώριση στο Πανεπιστήμιό του έχει την δυνατότητα να επιλέξει άλλο

Στην σημερινή διεθνή πανεπιστημιακή πραγματικότητα μετράει ιδιαίτερα η κλίμακα. Το μέγεθος του αγγλοσαξωνικού πανεπιστημιακού χώρου έχει συμβάλει αποφασιστικά στην κυριαρχία του. Εκτός από τις προφανείς οικονομίες κλίμακος, σε έναν ευρύ πανεπιστημιακό χώρο δεν διαμορφώνονται πανεπιστημιακά στεγανά διά των οποίων μονοπωλείται η ακαδημαϊκή εξουσία και περιορίζεται ο ανταγωνισμός. Πανεπιστημιακός ο οποίος, δικαίως ή αδίκως, θεωρεί ότι δεν έχει αναγνώριση στο Πανεπιστήμιό του έχει την δυνατότητα να επιλέξει άλλο. Η ελευθερία δημιουργεί συνθήκες άμιλλας ανάμεσα στα πανεπιστημιακά ιδρύματα, η οποία συμβάλλει στην αριστεία και στην αξιοκρατία.

Ο γαλλόφωνος πανεπιστημιακός χώρος προσφέρει, επίσης, συνθήκες ελευθερίας και άμιλλας, μολονότι λιγότερο από τον αγγλοσαξωνικό. Ο ελληνικός βρίσκεται στους αντίποδες. Το μικρό μέγεθος συνεπάγεται δίκτυα εξουσίας ανά ειδικότητα, τα οποία απλώνονται σε όλα τα εγχώρια πανεπιστημιακά ιδρύματα. Η ακαδημαϊκή σταδιοδρομία των νέων επιστημόνων εξαρτάται από την ένταξή τους στο κυρίαρχο δίκτυο. Η άμιλλα των ιδρυμάτων αντικαθίσταται από τις ισορροπίες δυνάμεων στο εσωτερικό κάθε ειδικότητας. Η δυναμική καθορίζεται από παράγοντες άσχετους προς τα ακαδημαϊκά κριτήρια. Η σχέση με την πολιτική εξουσία διατηρεί πρωτεύοντα ρόλο στις ενδο-πανεπιστημιακές ισορροπίες.

Στο μειονέκτημα της μικρής κλίμακας τοποθετούνται τα βαθύτερα αίτια της ελληνικής πανεπιστημιακής παρακμής. Ο επαρχιωτισμός και ο περίκλειστος χαρακτήρας του ελληνικού πανεπιστημίου έχει συμβάλει στα αδιέξοδα εξίσου με τις φοιτητικές κινητοποιήσεις και καταλήψεις. Μία από τις πλέον ορατές εκφάνσεις του είναι ο συμπλεγματικός τρόπος και οι αλλοπρόσαλλες χρονοβόρες διαδικασίες με τις οποίες «αναγνωρίζονται» τα πανεπιστημιακά πτυχία της αλλοδαπής από τον αρμόδιο ελληνικό φορέα.

Η ασφυκτική ατμόσφαιρα έχει οδηγήσει πολλούς Έλληνες φοιτητές και πανεπιστημιακούς στο εξωτερικό. Έχει διαμορφωθεί μια αριθμητικά σημαντική και ποιοτικά αξιόλογη ελληνική πανεπιστημιακή διασπορά. Μόνον οι «νεοελληνιστές» διατηρούν στενή σχέση με το ελλαδικό πανεπιστημιακό κατεστημένο, καθώς ο διεθνώς περιθωριοποιημένος κλάδος τους επιβιώνει χάρη στις ελληνικές επιδοτήσεις και την υποστήριξη των ελληνικών διπλωματικών αρχών. Οι υπόλοιποι αναδεικνύονται αξιοκρατικά, καθώς το ελληνικό Κράτος δεν έχει ούτε διάθεση ούτε μέσα για να ασκήσει τον θανάσιμο προστατευτικό του εναγκαλισμό.

Πολλά δυναμικά στοιχεία του επιστημονικού δυναμικού αναπτύχθηκαν στο ανταγωνιστικό διεθνές περιβάλλον και κατέλαβαν περίοπτες θέσεις. Όμως, το έργο τους ωφελεί άλλες κοινωνίες· οι όποιες παρεμβάσεις τους στην Ελλάδα είναι σημειακές και παρενθετικές. Ακόμη και όταν δελεάζονται «να προσφέρουν στην πατρίδα», αρκούν δύο- τρία χρόνια τριβής με το ελληνικό κατεστημένο για να οδηγηθούν και πάλι στην έξοδο.

Η ελληνική πανεπιστημιακή διασπορά παραμένει μια σημαντική εφεδρεία, ως σύνδεσμος με το παγκοσμιοποιημένο, κατ’εξοχήν αγγλόφωνο Πανεπιστήμιο και τις αξίες του. Η Ελλάδα, όταν θελήσει ή αναγκαστεί να ξεπεράσει τον επαρχιωτισμό, μπορεί να στηριχτεί στο πολύτιμο αυτό δυναμικό. Σε μιαν εποχή ανασχηματισμών του διεθνούς ακαδημαϊκού περιβάλλοντος υπό την παγκοσμιοποίηση, η παρακμή του ελληνικού Πανεπιστημίου είχε, επομένως, και μια θετική συνέπεια: διαμόρφωσε την διασπορική ελληνική εφεδρεία.

Δεν έχουν όλες οι μικρές χώρες αυτή την τύχη. Η περίπτωση της Ελλάδας είναι συγκρίσιμη κυρίως με την ισραηλινή. Το Ισραήλ, όμως, έχει προ πολλού ανοίξει τον πανεπιστημιακό του χώροπ στο διεθνές περιβάλλον, αξιοποιώντας τις διασυνδέσεις και την εμπειρία της εκτεταμένης πανεπιστημιακής του διασποράς.

Όσο δεν αναγνωρίζεται το εμπόδιο της κλίμακας, ώστε να αντιμετωπιστεί με την κατάλληλη διαδικτυωτική στρατηγική, οι όποιες και όσες πανεπιστημιακές μεταρρυθμίσεις θα αποτυγχάνουν. Κατά συνέπεια, όλο και περισσότεροι ικανοί νέοι θα αναζητούν την εκτός συνόρων αναγνώριση. Θα ενισχύσουν τις δυνάμεις οι οποίες ενδεχομένως, έσεθ’ήμαρ, θα σώσουν το ελληνικό Πανεπιστήμιο από τον εαυτό του.

Πόσο σαρωτική πρέπει να καταστεί η παρακμή, προκειμένου να διαμορφωθούν οι κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες για την αναγκαία ρήξη; Θα κατορθώσουν ποτέ οι εναπομείνασες υγιείς εσωτερικές πανεπιστημιακές δυνάμεις να επιβληθούν, να συγκροτήσουν την μετάβαση από τον επαρχιωτισμό στον κοσμοπολιτισμό; Εγείρονται, ίσως, κάποιες ελπίδες, με την έλευση ενός νέου ελληνικού επιστημονικού δυναμικού από τα μεγάλα Πανεπιστήμια του εξωτερικού· ενδεχομένως όταν συνταξιοδοτηθεί στο σύνολό της η βαθύτατα συντηρητική και συνωμοσιολογικά επιδέξια «γενεά του Πολυτεχνείου».

* Ο κ. Γ. Σ. Πρεβελάκης είναι Καθηγητής Γεωπολιτικής στην Σορβόννη και Μόνιμος Αντιπρόσωπος της Ελλάδος στον ΟΟΣΑ 

(από την εφημερίδα "ΕΣΤΙΑ")