Καταντάει κουραστικό καί γιά τόν ἴδιο, νά ἐπανέρχεται κάποιος στίς ἴδιες περίπου παρατηρήσεις. Ἀκούγοντας μάλιστα συχνά σχόλια ἐπιδοκιμαστικά γιά τίς τοποθετήσεις του. Τό πρόβλημα βρίσκεται στήν διαπίστωση πώς ἐνῶ πάρα πολλοί συμφωνοῦν στό ὅτι δέν μπορεῖ νά συνεχισθεῖ ἄλλο αὐτή ἡ κατάσταση, τελικά τίποτε δέν ἀλλάζει.

Καταντάει κουραστικό καί γιά τόν ἴδιο, νά ἐπανέρχεται κάποιος στίς ἴδιες περίπου παρατηρήσεις. Ἀκούγοντας μάλιστα συχνά σχόλια ἐπιδοκιμαστικά γιά τίς τοποθετήσεις του. Τό πρόβλημα βρίσκεται στήν διαπίστωση πώς ἐνῶ πάρα πολλοί συμφωνοῦν στό ὅτι δέν μπορεῖ νά συνεχισθεῖ ἄλλο αὐτή ἡ κατάσταση, τελικά τίποτε δέν ἀλλάζει.

Εἴτε κυριαρχεῖ ἡ πολιτική καί κοινωνική ἀδράνεια, εἴτε ἐκτιμήσεις μικροπολιτικοῦ χαρακτήρα καί περιθωριακῆς ἀντίληψης ἐγκλωβίζουν τίς ἐξελίξεις στά ἴδια μονοσήμαντα μονοπάτια. Τά πράγματα παραμένουν στάσιμα.

Δέν εἶναι εὔκολο νά καταλάβει κανείς γιά ποιό λόγο το αὐτονόητο δέν γίνεται γενικά ἀποδεκτό. Πολλοί τονίζουν πώς μετά τόσες ριζοσπαστικές «μεταρρυθμίσεις», ἡ κοινωνία ἔχει κουραστεῖ καί τίποτε ἄλλο δέν μπορεῖ νά γίνει. Μεταρρυθμίσεις ὅμως ἀκοῦμε. Ἐλάχιστες στήν πραγματικότητα ἔχουν πραγματοποιηθεῖ. Μέ τήν ἐξαίρεση κάποιων ἀλλαγῶν σέ δημοσιονομικές διαδικασίες, μεταρρυθμιστικοί νόμοι ψηφίζονται, σέ συνθῆκες πολιτικῆς ἀντάρας μάλιστα, ἀλλά σχεδόν ποτέ δέν ἐφαρμόζονται. Ἑκατοντάδες διατάγματα και ὑπουργικές ἀποφάσεις ποτέ δέν ἐκδίδονται καί ἡ οὐσία τελικά τῶν μεταρρυθμίσεων οὐδέποτε πραγματοποιεῖται.

Ἡ μοναδική πολιτική σταθερά εἶναι ὁ καταιγισμός δημοσιευμάτων καί δηλώσεων δημοσίων προσώπων, καί ἡ συνακόλουθη δηλητηρίαση τῶν ἀντιλήψεων τῶν πολιτῶν, για τούς «ἀνάλγητους» δανειστές πού ἐξαρθρώνουν ἀδίστακτα τόν κοινωνικό ἱστό τῆς χώρας καταστρέφοντας τήν καλοπέραση καί τά «ὄνειρα» τοῦ μεγαλύτερου μέρους τῶν λαϊκῶν κυρίως στρωμάτων. Θεωρεῖται δηλαδή περίπου αὐτονόητο πώς Εὐρωπαῖοι καί ΔΝΤ ὄφειλαν νά ἐκταμιεύουν ποσά πρός ὄφελος τῆς Ἑλλάδας, ἐπιβαρύνοντας βέβαια τούς δικούς τους φορολογούμενους, δίχως τήν παραμικρή μέριμνα γιά ἀλλαγές πού –τυπικά ἔστω– θά διαμόρφωναν προοπτικές γιά κάποια πιθανή μελλοντική ἐπιστροφή τῶν χρημάτων τους. Μέ ἄλλα λόγια, οἱ λεγόμενοι σύμμαχοι καί ἑταῖροι γιά νά εἶναι «ἄνθρωποι» θά ἔπρεπε να ἐξασφαλίζουν εἰς τό διηνεκές –δίχως τήν παραμικρή ντόπια ἐπιβάρυνση– τίς ἀστακομακαρονάδες τῶν χρόνων τῆς Πασοκικῆς διακυβέρνησης μέ δανεικά –καί προφανῶς, και ἀγύριστα. Ἀποκαλοῦνται μάλιστα καί «τοκογλύφοι» ὅταν δανείζονται, οἱ περισσότεροι, μέ 4-6% γιά νά δανείσουν στή συνέχεια ἐμᾶς μέ 1,5-2% !! Ποιός ἀκριβῶς μπορεῖ να εἶναι ὁ «τοκογλύφος», μοῦ διαφεύγει…

Οἱ θυσίες βέβαια πού ἐπιβάλλονται εἶναι σέ φανερά λαθεμένη κατεύθυνση. Ἄν στόχος εἶναι ἡ ἔξοδος ἀπό την κρίση δίχως δάνεια καί δημόσιες δαπάνες, ποιός εἶναι ὁ λόγος ἀλλά καί ἡ σκοπιμότητα τῆς βαριᾶς φορολογίας και τῆς ἐξουθένωσης τῆς ἰδιωτικῆς οἰκονομίας; Πῶς θά φᾶς ὀμελέττα ἄν ἐξοντώσεις ὅλες σχεδόν τίς κόττες πού κάνουν τά αὐγά; Γιά ποιό λόγο ἡ διάσωση τοῦ δημόσιου τομέα –πού προκάλεσε βασικά τό πρόβλημα– ταυτίζεται με τήν ἐξόντωση τῆς ἰδιωτικῆς οἰκονομίας καί τῆς ἀτομικῆς ἰδιοκτησίας; Καί πῶς οἱ φόροι ξεχωρίζουν ἀπό τούς λόγους γιά τούς ὁποίους ἐπιβάλλονται;

Στήν Ἑλλάδα ἀποσιωπᾶται πώς ἔχουν γίνει ἱστορικά πολλοί ἀγῶνες ἐνάντια στήν ἄδικη φορολογία. Ὅλοι καί ὅλα ἐπικεντρώνονται στήν φοροδιαφυγή. Καί οὐδέποτε στό τι ἀκριβῶς τήν προκαλεῖ. Στίς χῶρες πού αὐτή ἔχει μέ ἐπιτυχία καταπολεμηθεῖ, ἔχουν προηγηθεῖ ἱστορικά μεγάλοι ἀγῶνες ὥστε ἡ φορολογία νά συνδέεται μέ συγκεκριμένες κρατικές ὑποχρεώσεις. Ἀπό τόν πόλεμο τῆς Ἀμερικανικῆς ἀνεξαρτησίας ( No Taxation Without Representation - Κανένας Φόρος

Δίχως Ἀντιπροσώπευση) μέχρι πολύ νωρίτερα στήν καθιέρωση τῆς γενικῆς φορολογίας –κυρίως στήν Ἀγγλία– με συγκεκριμένη σύνδεση φόρου μέ κρατικές ὑποχρεώσεις. Ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Ριχάρδου τοῦ 2ου στά 1386 στήν Βρεταννία μεγάλες συγκρούσεις μεταξύ βασιλιᾶ καί Κοινοβουλίου (ἡ «Θαυμάσια Βουλή» - Wonderful Parliament) σημάδεψαν τήν ὑποχρέωση τῆς κυβέρνησης (θρόνου, τότε) νά ζητεῖ οἰκονομικές ἐπιβαρύνσεις μέ ἀπόλυτη αἰτιολόγηση τῶν λόγων πού ἐπιβάλλονται. Καί παραπέρα, ἡ Βουλή διατηροῦσε τό δικαίωμα νά παρακολουθεῖ τήν χρήση τῶν σχετικῶν νέων πόρων μέχρι τελευταίας νομισματικῆς μονάδας. Ἡ περίοδος αὐτή ἀκολουθήθηκε ἀπό τό «Ἀνελέητο Κοινοβούλιο» (Merciless Parliament) πού ὁδήγησε σέ ἐκτελέσεις ἀξιωματούχων καί σέ κρίσιμες πολιτικές ἀνατροπές ὅταν οἱ σχετικές κατευθυντήριες ὁδηγίες δέν ἀκολουθήθηκαν πιστά.

Αὐτές οἱ διαδικασίες, μέσα ἀπό τήν ζύμωση τῶν αἰώνων, ὁδήγησαν σέ φορολογικά συστήματα μέ μεγάλη εὐαισθησία στίς ἀντιλήψεις τῶν πολιτῶν. Ἡ πανίσχυρη, σχετικά πρόσφατα, Μ. Θάτσερ ἀνετράπη γιατί παραβιάζοντας τις δικές της ἀντιλήψεις περί μικρότερου κράτους ἐπέβαλε με βάση τήν ἀτομική ἰδιοκτησία τόν περίφημο κεφαλικό φόρο. Ὁ Niall Ferguson, γνωστός Ἄγγλος θεωρητικός πολιτειολόγος, ἐπιμένει πώς πυλώνας ἐπιβίωσης τῆς δημοκρατίας εἶναι ὁ σεβασμός τῆς ἀτομικῆς ἰδιοκτησίας. Καί στίς περισσότερες δυτικές δημοκρατίες, προϊόντα τοῦ διαφωτισμοῦ

ὅλες τους, κινήματα φορολογουμένων δέν ἐπιτρέπουν τις φορολογικές ὑπερβολές τῶν ἐξουσιαστικῶν ἀρχῶν –με ἀκραία περίπτωση τό περίφημο tea party στίς ΗΠΑ. Στήν Ἑλλάδα, ἀντίθετα, οἱ ὅποιες ἀντιδράσεις στην αὐθαιρεσία τῆς κρατικῆς φορολογίας καταπνίγηκαν στην ἀδιαφορία ἤ στήν ἀδίστακτη κρατική βία. Κανένας Ἕλληνας σχεδόν δέν γνωρίζει τούς ἀγῶνες, κυρίως τῶν ἀγροτῶν ἀλλά καί ἀρκετῶν ἀστῶν, ἐνάντια στήν ἀνεξέλεγκτη κεντρική φορολογική πολιτική (βλ. σχετικά ἐξαιρετικό ἄρθρο τοῦ Τάκη Μίχα, «Τί Θαυμάζω στήν Ἑλλάδα;», Protagon. gr, 14 Ἰουνίου 2014). Ὅλοι ὅμως γνωρίζουν λ.χ. τό Κιλελέρ καί τόν Μαρῖνο Ἀντύπα. Τήν ἐξέγερση τῶν ἀγροτῶν δηλ., μέ κατάληξη βέβαια κρατικές παροχές. Τό μίσος κατά τῶν φόρων καταπνίγηκε καί διοχετεύθηκε σέ μιά συναντίληψη κράτους καί πολιτῶν πῶς ἀποφεύγονται τελικά οἱ φόροι, καί οἱ ἀρχές κάνουν τά στραβά μάτια. Ἡ ὅποια φοροδιαφυγή δηλ. καθιερώθηκε σάν πολιτιστική διέξοδος για τήν ἐπιβίωση τοῦ πελατειακοῦ κράτους καί τήν ἀποφυγή τοῦ ὅποιου πολιτικοῦ κόστους. Πῶς πολεμᾶς λοιπόν κάτι πού εἶναι σύμφυτο μέ τήν λειτουργία τῆς ἑλληνικοῦ τύπου δημοκρατίας, δίχως νά ἀλλάξει σχεδόν τό παραμικρό στην ἀνταποδοτικότητα τῶν φόρων καί στόν στενό ἔλεγχο τῆς δημόσιας διαχείρισης τῶν φορολογικῶν ἐσόδων;

Ἡ ἱστορία τῆς δημοκρατικῆς Εὐρώπης ἀλλά καί τῆς Ἑλλάδας δείχνουν πώς οἱ φόροι εἶναι στενά δεμένοι με τήν πολιτική κουλτούρα καί τίς κοινωνικές ἀξίες κάθε χώρας. Μιά χώρα πού δέν γνώρισε τόν Εὐρωπαϊκό διαφωτισμό, σάν τήν δική μας, πῶς θά υἱοθετήσει δίχως σημαντικές πολιτιστικές ἀλλά καί διαρθρωτικές ἀλλαγές, καινούργιες συμπεριφορές καί ἀντιλήψεις;