του Κωστή Σταμπολή Μονόδρομος θεωρείται από τους ιθύνοντες τόσο στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσο και στις εταιρείες η διαδικασία απελευθέρωσης της αγοράς ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου, στην Ευρώπη. Κοινή είναι εξ άλλου η εκτίμηση ότι η διαδρομή προς την πλήρη απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας και τη δημιουργία πραγματικών συνθηκών ανταγωνισμού δεν είναι μία εύκολη υπόθεση βάσει της μέχρι σήμερα εμπειρίας, σε χώρες που ήδη λειτουργεί ο ανταγωνισμός (π.χ. Μ. Βρετανία, Ολλανδία, Σουηδία, Ισπανία, Γερμανία) κυρίως λόγω της κρατικής μονοπωλιακής δομής της εσωτερικής αγοράς που κυριαρχούσε έως σήμερα και ισχύει ακόμα σε χώρες όπως η Ελλάδα, η Γαλλία και μέχρι πολύ πρόσφατα στην Ιταλία. Με επανειλημμένες δηλώσεις τους τόσο ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Ρομάνο Πρόντι όσο και η Επίτροπος Ενέργειας κα Λογιόλα ντε Παλάθιο, έχουν ξεκαθαρίσει ότι το θέμα της απελευθέρωσης της αγοράς ενέργειας είναι «μη διαπραγματεύσιμο» με απώτερο στόχο αυτή να επεκταθεί σε επίπεδο οικιακού καταναλωτή. Σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα της Επιτροπής προτεραιότητα έχουν η βιομηχανία και οι εμπορικές επιχειρήσεις οι οποίες θα πρέπει μέχρι το τέλος του 2004, σε όλα τα κράτη μέλη, να έχουν δυνατότητα επιλογής προμηθευτού, δηλ. να είναι επιλέγοντες πελάτες. Επειδή μέχρι σήμερα η διαδικασία της απελευθέρωσης της αγοράς ενέργειας έχει συναντήσει προβλήματα, με εξέχουσα περίπτωση την Γαλλία της οποίας η κρατική επιχείρηση ηλεκτρισμού, η γνωστή EDF, ηρνείτο να παραχωρήσει μέρος του μεριδίου της στην αγορά, ο πρόεδρος της Επιτροπής είχε δηλώσει ότι δεν θα διστάσει να χρησιμοποιήσει το άρθρο 86 του Ευρωπαϊκού Συμφώνου που δίδει την δυνατότητα στην Επιτροπή να επιβάλλει την απελευθέρωση στην περίπτωση κρατικών εταιρειών κοινής ωφελείας. Μετά την Γαλλία είναι η σειρά της Ελλάδος να μπει στο στόχαστρο της Ε. Επιτροπής, παρατηρούν καλά πληροφορημένες πηγές στις Βρυξέλλες, εάν δεν καταφέρει να σπάσει το μονοπώλιο της ΔΕΗ. Το γεγονός ότι η ΔΕΗ έχει κατ΄ ένα ποσοστό μετοχοποιηθεί και πρόκειται να μετοχοποιηθεί περαιτέρω, δεν μετράει στο θέμα της απελευθέρωσης. Οι έννοιες της μετοχοποίησης και της απελευθέρωσης είναι εντελώς διαφορετικές και δεν πρέπει να συγχέονται. Μετοχοποιημένη ή μη η ΔΕΗ εξακολουθεί να μονοπωλεί την αγορά ηλεκτρισμού στην Ελλάδα, γεγονός το οποίο εμποδίζει τη δημιουργία ανταγωνισμού, παρατηρούν οι ανωτέρω παράγοντες. Στην Ελλάδα, η κυβέρνηση πριν από τρία χρόνια με το νόμο που εισήγαγε τη μετοχοποίηση της ΔΕΗ, ο Ν. 2773/99, προέβλεψε και την διαδικασία για την απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας, δημιουργώντας συγχρόνως τους δύο βασικούς φορείς μέσω των οποίων θα επιχειρείτο η οργάνωση της αγοράς. Οι φορείς αυτοί είναι η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργεας (ΡΑΕ) και ο Διαχειριστής του Ελληνικού Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΔΕΣΜΗΕ). Πράγματι τον Φεβρουάριο του 2001 το Υπουργείο Ανάπτυξης, μετά από πρόταση της ΡΑΕ, εξέδωσε τις πρώτες άδειες σε ανεξάρτητους παραγωγούς για την δημιουργία έξι (6) ιδιωτικών μονάδων παραγωγής ενέργειας συνολικής εγκατεστημένης ισχύος περίπου 2.800 MW. Δεκαοκτώ μήνες αργότερα καμία νέα επένδυση απ΄ όσες εξαγγέλθηκαν δεν έχει ξεκινήσει να υλοποιείται με κίνδυνο το 2005 να μην μπορούν να καλυφθούν οι ανάγκες της χώρας σε ηλεκτρικό ρεύμα. Τεχνικοί λόγοι για την πραγματοποίηση των ιδιωτικών επενδύσεων επιβάλλουν την συνεργασία της ΔΕΗ τόσο με τη ΡΑΕ όσο και με τον ΔΕΣΜΗΕ ιδίως στον τομέα καθορισμού του κόστους παραγωγής-μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας αλλά και τις προσβάσεις τρίτων στο δίκτυο της ΔΕΗ, το οποίο όπως σταδιακά θα περιέλθει στη δικαιοδοσία (management) του ΔΕΣΜΗΕ η οποία ήδη έχει την ευθύνη διανομής και αύριο θα αναλάβει πλήρως την οργάνωση και λειτουργία όλης της αγοράς. Ομως η στάση της Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρισμού, η οποία μονοπωλιακά διαχειρίζεται την παραγωγή, διανομή και πώληση ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα μας, απέναντι στη δημιουργία μιας απελευθερωμένης αγοράς είναι από αποκαρδιωτική έως εχθρική. Η διοίκηση της και τα Σωματεία των εργαζομένων αρνούνται πεισματικά να δεχθούν ότι το μονοπώλιο έχει ημερομηνία λήξης. Παρά το αναμφισβήτητο γεγονός ότι στα πλαίσια λειτουργίας μιας απελευθερωμένης αγοράς η ΔΕΗ θα κρατήσει γι΄ αυτή ένα σημαντικό τμήμα, εάν όχι το μεγαλύτερο, οι αντιδράσεις της θυμίζουν τη συμπεριφορά ενός μικρού παιδιού όταν αίφνης διαπιστώνει ότι δεν είναι μόνο σε αυτόν τον κόσμο και ότι θα πρέπει απ΄ εδώ και εμπρός να μάθει να μοιράζεται ορισμένα πράγματα με άλλα παιδάκια. Βέβαια, η διοίκηση και οι εργαζόμενοι της ΔΕΗ έχουν αρκετούς λόγους για να είναι αντίθετοι στην όλη ιδέα της απελευθέρωσης και στη συμμετοχή νέων παικτών στην αγορά παραγωγής, διανομής και πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας. Βασικό επιχείρημα είναι ότι η Επιχείρηση θα υποστεί μείωση του κύκλου εργασιών της και των κερδών της αφού ένα μέρος της παραγωγής της θα περάσει σε τρίτους. Ενας άλλος λόγος που αντιδρά η ΔΕΗ στην απελευθέρωση είναι ότι θα απωλέσει τον κοινωνικό της ρόλο αφού θα χάσει, τον παρεμβατικό της ρόλο τόσο σε επίπεδο κεντρικής κυβέρνησης όσο και στις τοπικές κοινωνίες. Ακόμα ένας σοβαρός λόγος που αντιστέκονται στις επιλογές της ελεύθερης αγοράς τα σωματεία της ΔΕΗ, είναι ότι θα χάσουν την μέχρι σήμερα τρομακτική ισχύ τους. Εν κατακλείδι ο ανταγωνισμός θίγει τα καλά και συμφέροντα τόσο της διοικητικής νομεκλατόρας όσο και των συνδικάτων, κάτι το οποίο είναι κατανοητό και από τον πλέον απληροφόρητο παρατηρητή. Αλλά, ακριβώς γι΄ αυτούς τους λόγους, οι οποίοι ασφαλώς δεν ισχύουν μόνο στη χώρα μας, και την εξάλειψη των υπερπρονομίων που απολαμβάνουν γενικώς τα μονοπώλια στη αγορά, επιχειρείται τώρα σε Ευρωπαϊκό επίπεδο η απελευθέρωση των αγορών και το σπάσιμο των μονοπωλίων. Τα δε άλλα επιχειρήματα περί μείωσης των εσόδων και κερδών στερούνται βάσης αφού είναι δεδομένη η συνεχιζόμενη ακόμα ανάπτυξη της αγοράς ηλεκτρισμού στην Ελλάδα (σε 4-4,5% εκτιμάται η ετήσια αύξηση ζήτησης) για τα επόμενα χρόνια, κάτι το οποίο σημαίνει ότι η ΔΕΗ έχει τρόπους να αναπτύξει περαιτέρω τις πωλήσεις της, να διαφοροποιήσει τις υπηρεσίες της (πωλώντας υπηρεσίες και παραγωγή ακόμα και στους μελλοντικούς ανταγωνιστές της) και ν΄ αυξήσει τα κέρδη της σε συνθήκες ανταγωνισμού. Οσο αφορά δε το κοινωνικό ρόλο της Επιχείρησης υπάρχει ήδη θεσμοθετημένη διαδικασία βάσει της οποίας, και με την έγκριση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η ΔΕΗ θα μπορεί να εισπράττει χρήματα από τον κρατικό προϋπολογισμό για Υποχρεώσεις Δημοσίου Συμφέροντος, τα γνωστά PSO (Public Service Obligations). Αρα δεν υπάρχει ουδεμία αμφισβήτηση του κοινωνικού ρόλου και προσφοράς της Επιχείρησης πολλώ μάλλον προσπάθεια οικονομικής αφαίμαξης ή μη ανταπόδοσης. Το δε άλλο επιχείρημα της ΔΕΗ ότι παρέχει σήμερα φθηνή ηλεκτρική ενέργεια, και με τον ανταγωνισμό θα αυξηθούν οι τιμές, στερείται λογικής. Πράγματι η ΔΕΗ παρέχει σήμερα στον καταναλωτή μία από τις φθηνότερες τιμές ανά Kwh στην Ευρώπη, κάτι που θα πρέπει να συνδυασθεί με το γεγονός ότι ο Ελληνας καταναλωτής έχει και το χαμηλότερο εισοδηματικό επίπεδο στην Ε.Ε. (Εξ΄ ου και η προσπάθεια σύγκλισης της οικονομίας). Ομως τα τελευταία χρόνια οι τιμές της ΔΕΗ αυξάνονται σταθερά κάθε έτος (αύξηση τιμολογίων Σεπτέμβριος 2000, Ιούλιος 2001, Αύγουστος 2002, με συνολικές αυξήσεις 11,5% μόνο σε δύο χρόνια), αφού η ίδια η Επιχείρηση κατ΄ ομολογία της καλείται να αντιμετωπίσει αυξημένα λειτουργικά έξοδα τα οποία εκτιμά ότι θα συνεχίσουν ν΄ αυξάνονται τα επόμενα χρόνια. Και αυτό παρά το γεγονός ότι η πρώτη ύλη της, ο λιγνίτης, της παρέχεται σχεδόν δωρεάν και οι περισσότερες επενδύσεις της έχουν πλήρως αποσβεσθεί. Εάν αφεθεί η ΔΕΗ ανενόχλητη χωρίς ανταγωνισμό, θα συνεχίσει ν΄ αυξάνει τα τιμολόγια της κατά το δοκούν προσπαθώντας να εξασφαλίσει επιπλέον έσοδα για κάλυψη των υπέρογκων μισθολογικών της αναγκών αλλά και τη μείωση του επίσης υπέρογκου χρέους της (έχει ξεπεράσει το 1,5 τρισ. δρχ!). Σε αντίθεση πάντως με τα όσα υποστηρίζει η ΔΕΗ ο ανταγωνισμός στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα θα ωφελήσει τον καταναλωτή (έλεγχος και συγκράτηση των τιμών, ενδεχόμενη μείωση των τιμολογίων για ορισμένες κατηγορίες καταναλωτών) αλλά και την εθνική οικονομία αφού θα προσελκυσθούν επενδύσεις, θα εισρεύσει νέο, φρέσκο χρήμα, που διαφορετικά θα διοχετευόταν σε άλλες χώρες. Χαρακτηριστικό της μη εποικοδομητικής στάσης της ΔΕΗ στην όλη διαδικασία της απελευθέρωσης της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας είναι η άρνηση της να προβεί στον λογιστικό διαχωρισμό των δραστηριοτήτων της (παρά τις επανειλημμένες έγγραφες υποδείξεις της Ε. Επιτροπής προς το ΥΠΑΝ μέσω διαδικασίας όχλησης) ώστε να διαφαίνεται το κοστολόγιο εξόρυξης, παραγωγής, μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικού ρεύματος. Ο διαχωρισμός κρίνεται απαραίτητος τόσο από το Ρυθμιστή όσο και από τους ιδιώτες επενδυτές ώστε να είναι σε θέση να γνωρίζουν τα ακριβή κοστολόγια βάσει των οποίων θα πρέπει ν΄ ανταγωνιστούν τα τιμολόγια της ΔΕΗ. Οι ιδιώτες επενδυτές υποστηρίζουν ότι το βιομηχανικό τιμολόγιο της ΔΕΗ είναι καθαρά πλασματικό και δεν ανταποκρίνεται στα πραγματικά κόστη της Επιχείρησης αφού στο κόστος του λιγνίτη, που αποτελεί το κύριο καύσιμο της ΔΕΗ, υπολογίζεται μόνο το κόστος εξόρυξης και τίποτε άλλο. Οσο όμως η διοίκηση της ΔΕΗ αρνείται να προχωρήσει στον λογιστικό διαχωρισμό των δραστηριοτήτων της και τις διαδικασίες για διάθεση (επί πληρωμή) ενός αρχικά μικρού ποσού της παραγωγής της σε ανεξάρτητους προμηθευτές (έχει προταθεί από τη ΡΑΕ η διάθεση του 10% της παραγωγής της), οι δύο βασικοί όροι για τη δημιουργία ανταγωνισμού, τόσο θα καθυστερεί η έναρξη λειτουργίας της απελευθερωμένης αγοράς. Τι επιπτώσεις όμως μπορεί να έχει αυτή η άρνηση ή έστω καθυστέρηση; Η απάντηση είναι απλή και αρκετά οδυνηρή. Εάν η ΔΕΗ εξακολουθήσει την επιτηδευμένη απραξία της η οποία υποσκάπτει τις προσπάθειες για δημιουργία ανταγωνισμού, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα προχωρήσει στη λήψη αναγκαστικών μέτρων (μέσω έκδοσης οδηγίας - directive) και θα υποχρεώσει τελικά την Επιχείρηση να πράξει δύο τινά: (α) ή να πουλήσει σε ανεξάρτητους ιδιωτικούς φορείς ένα μέρος της εγκατεστημένης της ισχύος, δηλ. ολόκληρους σταθμούς παραγωγής όπως π.χ. έγινε με την ENEL στην Ιταλία το 2000 και το 2001 ή (β) θα την υποχρεώσει να πωλεί ένα συγκεκριμένο τμήμα της παραγωγής της (σαφώς όμως μεγαλύτερο του προτεινόμενου σήμερα 10-%) σε εμπορικές εταιρείες, δηλ. σε προμηθευτές όπως ήδη γίνεται στις περισσότερες άλλες χώρες μέλη της Ε.Ε. Μία άλλη σοβαρή επίπτωση είναι ότι με την ουσιαστική παρεμπόδιση πραγματοποίησης ιδιωτικών επενδύσεων σε νέες μονάδες παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος, δεν θα μπορέσουν να καλυφθούν οι διαρκώς αυξανόμενες ανάγκες ζήτησης με αποτέλεσμα την περίοδο 2004/2005 η χώρα να αντιμετωπίσει σοβαρό πρόβλημα (εκτεταμένα black-outs, πτώση τάσεως κλπ). Πρόσφατη μελέτη του ΕΜΠ αναφέρεται για περικοπές φορτίου 2.500 ωρών το χρόνο εντός του 2005 σε περίπτωση που δεν υπάρξει επιπλέον εγκατεστημένη ισχύς από νέες μονάδες. Υψηλόβαθμα στελέχη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στις Βρυξέλλες που είναι επιφορτισμένα με την υλοποίηση και επίβλεψη της διαδικασίας απελευθέρωσης της αγοράς ενέργειας στην Ευρώπη, ομιλούν χωρίς περιστροφές για την αδικαιολόγητη μέχρι σήμερα στάση της ΔΕΗ και παρατηρούν ότι η δημιουργία τεχνητών εμποδίων και έλλειψη συνεργασίας με τον Ρυθμιστή, ουσιαστικά δυσχεραίνει τη θέση της Επιχείρησης αφού θ΄ αναγκασθεί αίφνης, σε δύο, το πολύ τρία χρόνια από σήμερα, ν΄ αλλάξει τακτική, να κάνει στροφή 180 μοιρών και να συμμορφωθεί με τις Κοινοτικές Οδηγίες που αναπόφευκτα θα προκύψουν. Μία τέτοια διαδικασία θα είναι επώδυνη εάν γίνει υποχρεωτικά και σε περιορισμένο σχετικά χρονικό διάστημα, ενώ εάν αρχίσει να πραγματοποιείται σταδιακά θα δώσει τη δυνατότητα στην Επιχείρηση να προσαρμοσθεί, χωρίς ιδιαίτερες οικονομικές απώλειες, στο νέο καθεστώς λειτουργίας της αγοράς η οποία θα λειτουργήσει είτε το επιθυμεί είτε δεν το επιθυμεί η σημερινή διοίκηση και τα συνδικάτα της Επιχείρησης. Σε διαφορετική περίπτωση οι οικονομικές κυρώσεις από την Ε.Ε. εις βάρος της χώρας μας θα είναι δυσβάσταχτες και είναι αμφίβολο εάν οποιαδήποτε κυβέρνηση είναι στην εξουσία εκείνη την εποχή θα αποφασίσει ν΄ αντισταθεί στην Ευρωπαϊκή οικονομική ολοκλήρωση, αναπόσπαστο και θεμελιώδες στοιχείο της οποίας είναι ο ανταγωνισμός των αγορών. Στην ακραία δε περίπτωση μη συμμόρφωσης της χώρας με τους κανόνες ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Ενωσης, είναι πιθανό να τεθεί ακόμα και θέμα αποπομπής της Ελλάδας. Αυτό δείχνει πόσο σοβαρό θεωρεί το κεφάλαιο του ανταγωνισμού η Ε. Επιτροπή. Γι΄ αυτό τα περιθώρια ελιγμών από κρατικές επιχειρήσεις όπως η ΔΕΗ είναι ελάχιστα αφού η εποχή των ενεργειακών μονοπωλίων έχει περάσει ανεπιστρεπτί ενώ η όλη δομή της ενεργειακής αγοράς στην Ευρώπη έχει αλλάξει άρδην. Τα πάντα αλλάζουν και το νέο επιχειρηματικό περιβάλλον στην ενέργεια που τώρα δημιουργείται, σε λίγα χρόνια, όταν θα έχει διαμορφωθεί πλήρως δεν θα θυμίζει σε τίποτε το σήμερα. ΠΩΣ ΘΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΗΣΕΙ Η ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΜΕΝΗ ΑΓΟΡΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ - ΟΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΡΑΕ Το μοντέλο που προτείνει η ΡΑΕ για την λειτουργία της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα στα χαρτιά εμφανίζεται πολύπλοκο. Ομως στην πράξη, σύμφωνα με τους ειδικούς, παρουσιάζει σαφή πλεονεκτήματα έναντι των αντίστοιχων σε άλλες χώρες της Ευρώπης και εγγυάται σταθερότητα στην παραγωγή και διανομή ηλεκτρισμού αλλά και εξασφάλιση ανταγωνιστικών τιμών. Ακρογωνιαίος λίθος της νέας αγοράς είναι η λειτουργία ημερήσιας αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας έτσι ώστε οι τιμές αγοράς και πώλησης ηλεκτρισμού να διαμορφώνονται ανάλογα με την προσφορά και τη ζήτηση, κάτι που ήδη γίνεται στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης. Για να λειτουργήσει η αγορά προτείνεται η ενίσχυση, κυρίως οικονομική, του ρόλου της ΔΕΣΜΗΕ και η θέσπιση Πιστοποιητικών Διαθεσιμότητας Ισχύος (ΠΔΙ). Τα πιστοποιητικά θα εκδίδονται από τους παραγωγούς, συμπεριλαμβανομένης και της ΔΕΗ, και θα αγοράζονται (θα κατέχονται) από την ΔΕΣΜΗΕ και από τους προμηθευτές, οι οποίοι και αυτοί θα έχουν σημαντικό ρόλο στη νέα αγορά. Έτσι οι προσφορές πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας σε καθημερινή βάση θα γίνονται αποκλειστικά και μόνο από τους προμηθευτές οι οποίοι στην αρχή θα πωλούν την ενέργεια στους επιλέγοντες πελάτες βάσει συμβολαίων. Από τις αρχές του 2004 γίνονται όλοι επιλέγοντες πελάτες, πλην των οικιακών καταναλωτών. Οπως αναφέρεται στο νομοσχέδιο που πρόκειται να κατατεθεί στη Βουλή από το ΥΠΑΝ εντός των επόμενων εβδομάδων και αποτελεί ουσιαστική τροποποίηση του Ν 2773/1999 «συνίσταται Ημερήσια Αγορά Ηλεκτρικής Ενέργειας αντικείμενο της οποίας είναι η οργάνωση και υποστήριξη των συναλλαγών με αντικείμενο την ηλεκτρική ενέργεια με φυσική παράδοση την επόμενη ημέρα. Ο Λειτουργός της Ημερήσιας Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας, δηλ. ο ΔΕΣΜΗΕ, διαμορφώνει καθημερινά πρόγραμμα φόρτισης του δυναμικού παραγωγής και των Διασυνδέσεων σύμφωνα με τις προσφορές πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας, έτσι ώστε να εξυπηρετείται η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας». Οι συναλλαγές για κάθε χρονική περίοδο κατανομής της επόμενης ημέρας πραγματοποιούνται με μια ενιαία τιμή ανά μονάδα ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία ορίζεται ως «Οριακή Τιμή της Ημερήσιας Αγοράς». Προσφορές πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας για κάθε μονάδα παραγωγής και για το σύνολο του δυναμικού παραγωγής που κατέχουν, εφόσον είναι τεχνικά διαθέσιμο, υποβάλλονται στην Ημερήσια Αγορά από τους κατόχους άδειας παραγωγής. Επιπλέον, προσφορές πώλησης υποβάλλουν και οι έχοντες δικαίωμα Εισαγωγής προκειμένου να πραγματοποιήσουν Εισαγωγή ηλεκτρικής ενέργειας μέσω Διασύνδεσης. Στη νέα μορφή της αγοράς ενέργειας υπάρχει πλήρης αποδέσμευση και διαχωρισμός μεταξύ παραγωγού και προμηθευτή. Για να μπορέσει όμως να ξεκινήσει η αγορά θα πρέπει πρώτα να κατασκευασθούν και να λειτουργήσουν οι νέοι ιδιωτικοί σταθμοί το κόστος των οποίων όμως είναι της τάξης των 150-200 εκατ. εθρώ έκαστος. Σε χρηματοδοτήσεις τέτοιας μορφής ένα ποσοστό της επένδυσης, συνήθως 20-25%, εξασφαλίζεται από την ίδια συμμετοχή του επενδυτή και το υπόλοιπο μέσω μακροπρόθεσμου τραπεζικού δανεισμού (project finance). Όμως οι τράπεζες για να χρηματοδοτήσουν τέτοιας μορφής έργα ζητούν εγγυήσεις στα πλαίσια λειτουργίας της νέας αγοράς οι οποίες δεν μπορούν να δοθούν από κανένα αφού δεν θα υπάρχει μία εταιρεία ή ένας οργανισμός (όπως π.χ. η ΔΕΗ σήμερα) η οποία θα αγοράζει και θα καταναλώνει την παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια. Τον ρόλο του εγγυητή για την ομαλή λειτουργία του ηλεκτρικού συστήματος της χώρας έρχεται λοιπόν να καλύψει ο ΔΕΣΜΗΕ, η οποία ως Διαχειριστής του Συστήματος υποχρεούται να τροφοδοτεί με ηλεκτρική ενέργεια τον Επιλέγοντα πελάτη, εφόσον ο πελάτης αυτός δεν δύναται να προμηθευτεί ηλεκτρική ενέργεια μέσω της Ημερήσιας Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας, ή, άλλου προμηθευτή. Επιπλέον ο ΔΕΣΜΗΕ, ως Διαχειριστής, διασφαλίζει μακροχρόνιο περιθώριο εφεδρείας ηλεκτρικής ισχύος παραγωγής μέσω της προαγοράς ανά έτος Πιστοποιητικών Διαθεσιμότητας Ισχύος από τους ανεξάρτητους σταθμούς παραγωγής που πρόκειται να κατασκευασθούν. Υπό αυτή την έννοια ο ΔΕΣΜΗΕ θα μπορεί να συνάπτει συμβάσεις με τους ανεξάρτητους παραγωγούς ώστε να διασφαλίσει το μακροχρόνιο περιθώριο εφεδρείας ηλεκτρικής ισχύος παραγωγής. Σύμφωνα με τις προτάσεις της ΡΑΕ, ο Διαχειριστής του Συστήματος οφείλει να έχει στη διάθεση του Πιστοποιητικά Ισχύος που αφορούν δυναμικό παραγωγής 2.800 MW με έναρξη χρονικού διαστήματος αναφοράς τα έτη 2006 έως 2008. Τα πιστοποιητικά αυτά πρέπει να καλύπτουν επαρκώς συνολικό χρόνο τριών (3) ετών για κάθε μονάδα παραγωγής στην οποία αντιστοιχούν. Ετσι η ΔΕΣΜΗΕ, βάσει διαγωνισμού μέσα στους επόμενους μήνες, θα προμηθευθεί τα ανωτέρω ΠΔΙ από τους επενδυτές-παραγωγούς, στους οποίους θα προκαταβάλει ποσό το οποίο θα αντιστοιχεί περίπου στο 40% του κόστους κατασκευής κάθε μονάδας. Για να χρηματοδοτήσει τις ανωτέρω προαγορές ισχύος ο ΔΕΣΜΗΕ μπορεί να εισπράττει τέλη από την διαχείριση του υπάρχοντος ηλεκτρικού δικτύου καθώς και ένα επιπλέον ποσό μέσω ειδικής χρέωσης επί των τιμολογίων πώλησης ηλεκτρικού ρεύματος (0.25 δρχ./Kwh για οκτώ έτη). Μία εναλλακτική λύση όσο αφορά την χρηματοδότηση των νέων μονάδων είναι όπως ο ΔΕΣΜΗΕ εγγυηθεί τον τραπεζικό δανεισμό τους σε 12ετή βάση. Βέβαια οι νέες μονάδες θα συμμετέχουν κανονικά στην ημερήσια αγορά χωρίς ουδεμία υποχρέωση απορρόφησης της ενέργειας από την ΔΕΣΜΗΕ, πράγμα που διασφαλίζει τους όρους του διαγωνισμού. Τέλος, απαραίτητη προϋπόθεση για να λειτουργήσει η νέα αγορά ενέργειας είναι όπως η ΔΕΗ διαθέσει μέσω διαγωνισμού σε τρίτους προμηθευτές, ή Επιλέγοντες πελάτες για ίδια αποκλειστικά χρήση, Πιστοποιητικά Διαθεσιμότητας Ισχύος που αντιπροσωπεύουν ποσοστό 10% του συνολικού δυναμικού παραγωγής των θερμικών και υδροηλεκτρικών μονάδων του Συστήματος οι οποίες περιλαμβάνονται στην ενιαία Αδεια Παραγωγής της ΔΕΗ.

Διαβάστε ακόμα