Βάσει στοιχείων της Eurogas, οι περισσότερες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και της Βαλτικής καλύπτουν σχεδόν το 100% των αναγκών τους με προμήθειες από τη Ρωσία. Για την Ελλάδα, το ποσοστό αυτό ανέρχεται σε 56% (2013). Από τις ισχυρότερες οικονομίες της Ευρώπης, μόνο η Αυστρία και η Γερμανία έχουν υψηλό ποσοστό εισαγωγών, το οποίο ανέρχεται σε 60% και 37% αντιστοίχως

Βάσει στοιχείων της Eurogas, οι περισσότερες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και της Βαλτικής καλύπτουν σχεδόν το 100% των αναγκών τους με προμήθειες από τη Ρωσία. Για την Ελλάδα, το ποσοστό αυτό ανέρχεται σε 56% (2013). Από τις ισχυρότερες οικονομίες της Ευρώπης, μόνο η Αυστρία και η Γερμανία έχουν υψηλό ποσοστό εισαγωγών, το οποίο ανέρχεται σε 60% και 37% αντιστοίχως.

Η επιθυμία της ΕΕ για ενίσχυση της ενεργειακής της ασφάλειας είναι ξεκάθαρη και τα τελευταία χρόνια πιο δυνατή από ποτέ. Επί σειρά ετών γίνονται διεργασίες για ανάπτυξη εναλλακτικών ενεργειακών διαδρόμων (Νότιος Διάδρομος), σύσφιγξη δεσμών με διαφορετικά κράτη-εξαγωγείς ενέργειας (Αίγυπτος, Αλγερία, καθώς και κράτη Ανατολικής Αφρικής, Αμερική και Αυστραλία για εισαγωγές Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου), καθώς και προσπάθειες ανεύρεσης και αξιοποίησης περαιτέρω κοιτασμάτων εντός των γεωγραφικών ορίων της Ευρώπης, στην κλασική μορφή του φυσικού αερίου (Βρετανία, Κροατία, Ρουμανία, Αλβανία) και πιο πρόσφατα στη μορφή του σχιστολιθικού αερίου (Πολωνία, Βρετανία).

Η Ρωσία, την ίδια στιγμή, προβαίνει σε συγκεκριμένες πράξεις έτσι ώστε να εκμεταλλευτεί στο έπακρο τα ενεργειακά της αποθέματα: Τον Μάιο και τον Νοέμβριο του 2014 υπέγραψε συμφωνίες-μαμούθ για προμήθειες φυσικού αεριού ύψους 500 δισ. δολαρίων, ενώ παράλληλα προσπαθεί να προωθήσει τον ρόλο της Τουρκίας ως διαμετακομιστικού κέντρου ενέργειας, με την κατασκευή του Turkish Stream, ο οποίος θα μεταφέρει αέριο μέσω της Κασπίας, στον οποίο η αμερικανική πλευρά ήδη αντιτίθεται.

Η Τουρκία
Πρέπει να αναφερθεί σε αυτό το σημείο ότι η Τουρκία δύναται να καταστεί ένας από τους μεγαλύτερους παραγωγούς σχιστολιθικού αερίου, με εκτιμήσεις για αποθέματα ύψους

20 τρισ. κυβικών μέτρων. Ως αποτέλεσμα, η ισχυρότερη (από χρηματοοικονομικής απόψεως) ενεργειακή εταιρεία των ΗΠΑ έχει εκφράσει έντονο ενδιαφέρον για παροχή τεχνογνωσίας, καθώς και για επένδυση με σκοπό τη συνεκμετάλλευση των πιθανών κοιτασμάτων της χώρας. Εν μέσω αυτών των ευαίσθητων ισορροπιών, η ΕΕ αναζητά συμμαχίες με εναλλακτικούς παρόχους. Πρώτο παράδειγμα είναι το Αζερμπαϊτζάν: με υψηλό ποσοστό αποθεμάτων, με έντονο φιλοδυτικό προφίλ, αλλά και με μία σχετικά ουδέτερη στάση τόσο προς τη Ρωσία όσο και προς την Τουρκία, μπορεί να αποτελέσει έναν παράγοντα-κλειδί για την ενίσχυση της Ενεργειακής Ασφάλειας.

Ως πιο πρόσφατη εναλλακτική παρουσιάζεται η παροχή μέσω Τουρκμενιστάν, το οποίο κατατάσσεται τέταρτο σε αποθέματα φυσικού αερίου παγκοσμίως. Το γεγονός ότι η ρωσική Gazprom αποφάσισε ξαφνικά προ διμήνου να μειώσει κατά 70% τις εισαγωγές της από τη χώρα είχε ιδιαίτερα αρνητικό αντίκτυπο στις σχέσεις των δύο χώρων, ενώ παράλληλα άνοιξε τις πύλες για τη διεξαγωγή συνομιλιών μεταξύ ΕΕ και Τουρκμενιστάν.

Μέσα σε αυτό το διαρκώς μεταλλασσόμενο περιβάλλον διαπραγματεύσεων, νέων συμφωνιών και συγκρούσεων, η ελληνική κυβέρνηση έχει αρχίσει κάποιες δειλές κινήσεις για να φέρει και πάλι στο προσκήνιο τα ενεργειακά αποθέματα της χώρας, έχοντας διπλό στόχο: από τη μια βεβαίως να αυξήσει τα έσοδά της από την αξιοποίηση των πόρων που θα βοηθήσουν στη βελτίωση της παρούσας οικονομικής κατάστασης και να ενισχύσει τον γεωπολιτικό ρόλο της εντός της ΕΕ και από την άλλη ως άμεσος διαπραγματευτής με τη Ρωσία. Εχοντας υπόψη όλους αυτούς τους παράγοντες, οι όποιες επαφές και επισκέψεις πρέπει να γίνονται με συγκεκριμένο όραμα και στρατηγική. Σαφώς, δεν είναι η καλύτερη τακτική να γίνονται πολλαπλές επισκέψεις και αναφορές σε πιθανές βαρυσήμαντες συμφωνίες και υψηλές προκαταβολές, τη στιγμή που το ενδιαφέρον από ρωσικής πλευράς είναι σχεδόν αμετάλλακτο την τελευταία πενταετία, και τη στιγμή που η ρωσική οικονομία έχει αποδυναμωθεί λόγω του οικονομικών κυρώσεων που έχουν επιβληθεί.

Τοπίο ανατροπών
Ο εθνικός πλούτος της χώρας είναι δεδομένος. Αυτό που όμως ίσως δεν γνωρίζουν κάποιοι είναι, όπως λένε στις βασικές θεωρίες οικονομικών και διοίκησης, ότι το στρατηγικό πλεονέκτημα ενός οργανισμού ή μιας χώρας μπορεί να καταστεί στρατηγικό μειονέκτημα σε ιδιαίτερα σύντομο χρονικό διάστημα. Ο καιρός γαρ εγγύς όμως και σύντομα θα μπορούμε να κρίνουμε χειρισμούς τόσο σε οικονομικό όσο και σε -πολύ σημαντικότερο- γεωστρατηγικό επίπεδο!

Ο δρ Κωνσταντίνος Ηλία Τσάνης εργάζεται ως στέλεχος εταιρικής ανάπτυξης σε εταιρείες ενέργειας και τράπεζες στην περιοχή της Μέσης Ανατολής και της Αφρικής για την Bloomberg LP. Παράλληλα εργάζεται ως ερευνητής στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου και παρέχει συμβουλευτικές υπηρεσίες σε εξαγορές και συγχωνεύσεις εταιρειών στον χώρο της ενέργειας μέσω της Kaiser Associates.

(από την εφημερίδα "ΕΘΝΟΣ")