Η Ευρώπη εκτιμάται να γίνει ένας σημαντικός εισαγωγέας υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), καθώς οι αγορές προετοιμάζονται για μαζικές νέες προμήθειες που θα προέρχονται από την Αυστραλία και τις ΗΠΑ, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (IEA)

Η Ευρώπη εκτιμάται να γίνει ένας σημαντικός εισαγωγέας υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), καθώς οι αγορές προετοιμάζονται για μαζικές νέες προμήθειες που θα προέρχονται από την Αυστραλία και τις ΗΠΑ, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (IEA).

Η έκθεση, η οποία δημοσιεύθηκε την Πέμπτη (4 Ιουνίου), προβλέπει μια αύξηση κατά 40% της παγκόσμιας εξαγωγής υγροποιημένου φυσικού αερίου από το 2020, το 90% του οποίου αναμένεται να προέλθει από την Αυστραλία και τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Όμως, παρά την σαφή άνοδο του υγροποιημένου φυσικού αερίου, οι εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου «δεν θα εκτοπιστούν σημαντικά στην Ευρώπη», υπογραμμίζει η έκθεση, λέγοντας ότι η ήπειρος «θα παραμείνει κλειδωμένη σε ένα εύρος 150-160 δις κυβικών μέτρων».

Αυτό εξηγείται σε μεγάλο βαθμό από την πτώση της εγχώριας παραγωγής φυσικού αερίου, η οποία αναμένεται να ανέλθει κατά 25% κάτω από το επίπεδο του 2010 έως το 2020, καθώς η Ολλανδία εισάγει ανώτατα όρια όσον αφορά στην παραγωγή στα πεδία φυσικού αερίου που κατέχει στη Βόρεια Θάλασσα.

Εν τω μεταξύ, η ζήτηση στην Ευρώπη αναμένεται να αυξηθεί, κάτι που τροφοδοτείται εν μέρει από την «απομάκρυνση» από την ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από καύση άνθρακα καθώς και την αύξηση της εφεδρικής ισχύος για την παραγωγή από ανανεώσιμες πηγές.

Ως αποτέλεσμα οι ευρωπαϊκές απαιτήσεις για την εισαγωγή του φυσικού αερίου προβλέπεται να αυξηθούν σχεδόν κατά ένα τρίτο από το 2020, ανέφερε η έκθεση, κάτι που θα μπορούσε να καλυφθεί σε μεγάλο βαθμό από το υγροποιημένο φυσικό αέριο.

Πράγματι, ορισμένες χώρες της Ασίας γυρίζουν την πλάτη τους στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από φυσικό αέριο και προχωρούν με τα σχέδια για την επέκταση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από καύση άνθρακα, σημειώνει η έκθεση.

«Μία από τις βασικές – και σε μεγάλο βαθμό απρόσμενες – εξελίξεις του 2014 ήταν η αδύναμη ασιατική ζήτηση», που προκλήθηκε από τις ψηλές τιμές του πετρελαίου (100 δολάρια / βαρέλι), δήλωσε η εκτελεστική διευθύντρια του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας, Maria van der Hoeven.