Οι διοικητές των κεντρικών τραπεζών σε Βρετανία, Γαλλία και Ολλανδία εξετάζουν να αυξήσουν την εποπτεία για την αντιμετώπιση των κινδύνων που συνδέονται με το κλίμα και τον άνθρακα στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Αυτό αναφέρει πρόσφατο άρθρο των Financial Times.

Οι διοικητές των κεντρικών τραπεζών σε Βρετανία, Γαλλία και Ολλανδία εξετάζουν να αυξήσουν την εποπτεία για την αντιμετώπιση των κινδύνων που συνδέονται με το κλίμα και τον άνθρακα στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Αυτό αναφέρει πρόσφατο άρθρο των Financial Times.

Μιλώντας σε συνάντηση οικονομικών παραγόντων στο Άμστερνταμ ο Διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας, Μαρκ Κάρνεϊ, προειδοποίησε για τις «καταστροφικές επιπτώσεις» της κλιματικής αλλαγής και τους κινδύνους που θα μπορούσαν να προκύψουν από την απότομη μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Μάλιστα, προειδοποίησε για ένα “climate Minsky moment”, αναφερόμενος στο έργο του οικονομολόγου Hyman Minsky, του οποίου η ανάλυση χρησίμευσε για να δείξει πώς οι τράπεζες υπερέβησαν τον εαυτό τους πριν από την οικονομική κρίση του 2008.

Μιλώντας σε τραπεζίτες και ασφαλιστές υποστήριξε ότι θα πρέπει να παράσχουν περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τους κινδύνους που ενδέχεται να αντιμετωπίσουν από την κλιματική αλλαγή, και τόνισε ότι τυχόν αποτυχία τους θα είναι επιζήμια για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.

Επεσήμανε επίσης ότι η χρηματοπιστωτική βιομηχανία ενδέχεται να εξαναγκαστεί σε ταχείες προσαρμογές εάν δεν εκτεθεί σταδιακά στους κινδύνους που φέρνει η αλλαγή του κλίματος, γεγονός που όπως υποστήριξε θα μπορούσε να προκαλέσει απότομες απώλειες.

Από το βήμα της συνόδου κορυφής των διοικητών των κεντρικών τραπεζών, ο Κάρνεϊ δήλωσε ότι υπάρχουν αυξανόμενες ευκαιρίες για τις επιχειρήσεις να χρηματοδοτήσουν τη μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Διαφορετικά, όπως σημείωσε, οι επενδύσεις σε νέες τεχνολογίες και σε μακροπρόθεσμα έργα υποδομών θα έπρεπε να χρηματοδοτηθούν με περίπου τετραπλάσιο του τρέχοντος επιτοκίου.

Το ζήτημα της μετάβασης σε μια οικονομία χαμηλού άνθρακα απασχόλησε και τη χθεσινή συνεδρίαση του Άτυπου Συμβουλίου Υπουργών Περιβάλλοντος της ΕΕ στη Σόφια της Βουλγαρίας, με θέμα την πορεία προς την COP 24 (Katowice Πολωνίας, Δεκέμβριος 2018) και τη Συμφωνία των Παρισίων. Η ευρωπαϊκή προσπάθεια δεν θα είναι εύκολη καθώς τα αποτελέσματα της ειδικής αναφοράς της IPCC καταδεικνύουν ότι η παγκόσμια κοινότητα δεν βρίσκεται σε τροχιά επίτευξης των στόχων της Συμφωνίας των Παρισίων για συγκράτηση της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη κατά 1,5 βαθμούς Κελσίου.

Σε κάθε περίπτωση, η ελληνική πλευρά, διά του αναπληρωτή υπουργού Περιβάλλοντος κ. Σωκράτη Φάμελλου, τόνισε ότι το συμπέρασμα της ειδικής αναφοράς της IPCC τελικά θα δημιουργήσει ισχυρή πίεση για πιο φιλόδοξους στόχους μείωσης εκπομπών. Επομένως, «η Ελλάδα στηρίζει πλήρως τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να προετοιμάσει για το πρώτο τρίμηνο του 2019 μία νέα Στρατηγική Μείωσης Εκπομπών Αερίων του Θερμοκηπίου, στη βάση της Συμφωνίας των Παρισίων και των Εθνικών Σχεδίων των κρατών-μελών για την Ενέργεια και το Κλίμα», σημείωσε ο κ. Φάμελλος.

Ο Έλληνας αναπληρωτής υπουργός Περιβάλλοντος επεσήμανε μάλιστα, ότι πρόταση της Ελλάδας προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι επίσης να δημιουργηθούν ειδικά οικονομικά εργαλεία για να στηριχθεί η πορεία προς την απεξάρτηση από τον άνθρακα.

Σε κάθε περίπτωση, σήμερα ή αύριο αναμένεται ότι θα κατατεθεί στη Βουλή το νομοσχέδιο για την απόσχιση των προς πώληση λιγνιτικών μονάδων από τη ΔΕΗ.. Σύμφωνα με το σχέδιο νόμου, ο διαγωνισμός θα έχει ολοκληρωθεί εντός του 2018. Παράλληλα, ρυθμίζει ζητήματα που αφορούν στα εργασιακά, ενώ αλλάζει και τον τρόπο υπολογισμού του «Τοπικού Πόρου Ανάπτυξης» το οποίο εισπράττουν οι τοπικές κοινωνίες στις λιγνιτικές περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας και της Πελοποννήσου ως αντιστάθμισμα για την περιβαλλοντική επιβάρυνση από την καύση άνθρακα.