Η μείωση του κόστους των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας θα καταστήσει μακροπρόθεσμα ένα μεγάλο αριθμό έργων υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) μη κερδοφόρα και θα θέσει σε κίνδυνο πολλά από τα επενδυτικά πρότζεκτ αξίας 1,3 τρισεκατομμυρίων δολαρίων που δρομολογούνται παγκοσμίως σήμερα, σύμφωνα με έκθεση της Global Energy Monitor που δημοσιεύθηκε την περασμένη εβδομάδα

Σύμφωνα με την πρόσφατη έκθεση του ερευνητικού ιδρύματος με έδρα την Καλιφόρνια, με τίτλο «The New Gas Boom: Tracking Global LNG Infrastructure», μέσω μιας τεράστιας αύξησης της λιμενικής υποδομής, των πλωτών υπεράκτιων τερματικών σταθμών και των ποντοπόρων σκαφών μεταφοράς LNG, η παγκόσμια αγορά φυσικού αερίου επιδιώκει να αναδιαρθρωθεί από ένα άθροισμα περιφερειακών αγορών σε ένα ευρύτερο και πιο ολοκληρωμένο παγκόσμιο σύστημα.

Εάν αποδειχθεί επιτυχής, αυτός ο μετασχηματισμός θα σταθεροποιηθεί σε πολύ υψηλότερα επίπεδα παραγωγής φυσικού αερίου μέχρι τα μέσα του αιώνα, ανέφερε η έκθεση, όπως μεταδίδει το τουρκικό ειδησεογραφικό πρακτορείο Anadolu.

Παρά το γεγονός ότι η αυξανόμενη παραγωγή αποτελεί μεγάλη επιτυχία για τη βιομηχανία φυσικού αερίου, η μείωση του κόστους των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας θα μπορούσε να καταστήσει μακροπρόθεσμα μη επικερδή πολλά από αυτά τα έργα στον τομέα του υγροποιημένου φυσικού αερίου, ενώ θα έθετε σε κίνδυνο το μεγαλύτερο μέρος των επενδύσεων ύψους 1,3 τρισεκατομμυρίων δολαρίων που αφορούν την επέκταση του φυσικού αερίου σε όλο τον κόσμο.

«Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας έχουν εισέλθει σε έναν ενάρετο κύκλο πτώσης του κόστους, αυξάνοντας την ανάπτυξη και την επιτάχυνση της τεχνολογικής προόδου. Οι τιμές των ηλιακών φωτοβολταϊκών μονάδων μειώθηκαν κατά περίπου 80% από το τέλος του 2009, ενώ οι τιμές των ανεμογεννητριών μειώθηκαν κατά 30-40%», όπως δείχνουν τα στοιχεία του Διεθνούς Οργανισμού για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (IRENA).

Εξάλλου, όπως τονίζει η έκθεση της Global Energy Monitor, η επέκταση αυτή είναι επίσης ασυμβίβαστη με τα πορίσματα της Διεθνούς Επιτροπής για την Αλλαγή του Κλίματος (IPCC) του ΟΗΕ, η οποία προειδοποιεί ότι, προκειμένου να περιοριστεί η αύξηση της θερμοκρασίας στους 1,5 ° C σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα, η κατανάλωση φυσικού αερίου θα πρέπει να μειωθεί κατά 15% έως το 2030 και κατά 43% το 2050 σε σχέση με το 2020.

Ένα μεγάλο μέρος της δυναμικότητας LNG βρίσκεται σε φάση κατασκευής, κυρίως εξαιτίας της εκρηκτικής ανόδου της παραγωγής σχιστολιθικού αερίου στη Βόρειο Αμερική και τις εισαγωγές φυσικού αερίου στην Ασία, σύμφωνα με την έκθεση.

Από την άποψη αυτή, τουλάχιστον 202 τερματικά έργα βρίσκονται σε εξέλιξη παγκοσμίως, συμπεριλαμβανομένων 116 εξαγωγικών τερματικών και 86 τερματικών εισαγωγής.

«Τα αναπτυξιακά πρότζεκτ συγκεντρώνονται στις ΗΠΑ και τον Καναδά, ενώ οι τερματικοί σταθμοί εισαγωγής βρίσκονται σε εξέλιξη σε 42 χώρες, εκ των οποίων οι 22 δεν έχουν σήμερα δυναμικότητα εισαγωγής», όπως σημειώνεται στην έκθεση.

Οι ΗΠΑ είναι πρώτες σε επενδύσεις LNG με 507 δισ. δολάρια, ακολουθούμενες από τον Καναδά με 410 δισ. δολ. και τη Ρωσία με 86 δισ. δολάρια.

Μεταξύ των 10 πρώτων χωρών από πλευράς επενδύσεων στον κλάδο βρίσκεται η Αυστραλία με 38 δισεκατομμύρια δολάρια, η Τανζανία με 25 δισεκατομμύρια δολάρια, η Κίνα και η Ινδονησία με 24 δισεκατομμύρια δολάρια η καθεμία, η Μοζαμβίκη με 23 δισεκατομμύρια δολάρια, το Ιράν με 21 δισεκατομμύρια δολάρια και η Παπούα-Νέα Γουινέα με 17 δισεκατομμύρια δολάρια.

«Δεδομένου ότι μόλις το 8% της δυναμικότητας των τερματικών σταθμών που βρίσκονται σε φάση ανάπτυξης έχει περάσει από την φάση της τελικής επενδυτικής απόφασης στην κατασκευή, εξακολουθεί να υπάρχει η ευκαιρία να αποφευχθεί η κατασκευή πλεονάζουσας δυναμικότητας», επισημαίνεται στην έκθεση της Global Energy Monitor.