Ως… φράχτες χρησιμοποιούνται πλέον τα ηλιακά πάνελ στις ευρωπαϊκές χώρες, καθώς οι τιμές τους μειώνονται συνεχώς. Αντιθέτως, το κόστος εγκατάστασης συνεχίζει να αυξάνεται, με πολλούς καταναλωτές να προτιμούν εναλλακτικές μορφές χρήσης. Παράλληλα, η σύνδεση των ιδιωτικών κατοικιών με τα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας προχωρά με βραδείς ρυθμούς, δοκιμάζοντας την υπομονή των πελατών. Σε αυτό το πλαίσιο, οι ευρωπαίοι κατασκευαστές ανησυχούν για τη βιωσιμότητα των επενδύσεών τους και καλούν τις Βρυξέλλες να λάβουν άμεσα μέτρα.

Φωτοβολταϊκά πάνελ στη θέση των παραδοσιακών φραχτών μπορούν πλέον να δουν όσοι επισκέπτονται τις πόλεις της Δυτικής Ευρώπης. Η συνεχιζόμενη πτωτική τάση των τιμών των φωτοβολταϊκών στοιχείων εξαιτίας των φθηνών εισαγωγών από τις ασιατικές αγορές, σε συνδυασμό με το αυξανόμενο κόστος εγκατάστασης στις σκεπές των σπιτιών, έχει οδηγήσει αρκετούς ιδιοκτήτες να εφεύρουν νέους τρόπους αξιοποίησής τους. Μολονότι τα φωτοβολταϊκά δεν αποδίδουν τα μέγιστα όταν τοποθετούνται καθέτως, το γεγονός ότι η τιμή τους έχει υποδιπλασιαστεί μέσα σε έναν χρόνο, σημαίνει ότι ένας μεγάλος αριθμός ιδιωτών που έχουν αποφασίσει να επενδύσουν σε αυτά, προτιμά να αποφύγει τα προστιθέμενα έξοδα για την ορθή εγκατάστασή τους.

Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας, η παγκόσμια προσφορά φωτοβολταϊκών θα αγγίξει τα 1.100GW μέχρι το τέλος του 2024. Την ίδια στιγμή, η αντίστοιχη ζήτηση θα είναι λιγότερο από το ένα τρίτο. Η “πλημμύρα” των διεθνών αγορών από ηλιακά πάνελ συνδέεται κυρίως με τους κινέζους κατασκευαστές. Όπως είχε αναφέρει πρόσφατα το energia.gr, η υπερπροσφορά φωτοβολταϊκών οδήγησε τη μεγαλύτερη κινεζική κατασκευάστρια, Longi, να προχωρήσει σε περικοπές προσωπικού και να επανεξετάσει το παραγωγικό της μοντέλο.

Από την άλλη, οι κατασκευαστές που εδρεύουν σε Ευρώπη και ΗΠΑ τίθενται στο περιθώριο εξαιτίας του εισαγόμενου ανταγωνισμού, παρά τις επιδοτήσεις από Βρυξέλλες και Ουάσιγκτον. Τόσο οι Ευρωπαίοι, όσο και οι Αμερικανοί αξιωματούχοι δηλώνουν αποφασισμένοι να λάβουν νομοθετικά μέτρα προκειμένου να εμποδίσουν τυχόν πρακτικές ντάμπινγκ εκ μέρους της Κίνας. Εντούτοις, μία σειρά ευρωπαϊκών και αμερικανικών επιχειρήσεων ήδη αντιμετωπίζουν σοβαρές δυσκολίες, με ορισμένες να τερματίζουν τη λειτουργία τους και άλλες να ακυρώνουν τον επενδυτικό σχεδιασμό τους. Ειδικά για την ευρωπαϊκή αγορά, το μέλλον προβλέπεται αβέβαιο.