Η Shell αποχώρησε από όλο το φάσμα της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας της Κίνας ως μέρος της προσπάθειας του CEO της ολλανδο-βρετανικής πετρελαϊκής, Wael Sawan να επικεντρωθεί σε πιο κερδοφόρες δραστηριότητες, ανάμεσα στις οποίες οι επιχειρήσεις φυσικού αερίου και πετρελαίου

Συγκεκριμένα, όπως μεταδίδει το Reuters, η Shell αποφάσισε να αποχωρήσει από την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας στην Κίνα, η οποία περιλαμβάνει επιχειρήσεις ηλεκτροπαραγωγής, εμπορίας και μάρκετινγκ, όπως ανέφερε σε ανακοίνωσή της. Η απόφαση τέθηκε σε ισχύ από τα τέλη του 2023.

«Επενδύουμε επιλεκτικά στην ηλεκτρική ενέργεια, εστιάζοντας στην παροχή αξίας από το χαρτοφυλάκιό μας στον τομέα του ηλεκτρισμού, κάτι που απαιτεί δύσκολες επιλογές», όπως επισημαίνει η Shell.

 Σύμφωνα με τον ιστότοπο της Shell, η Shell Energy China ήταν μία από τις πρώτες εξ ολοκλήρου ξένες οντότητες που συμμετείχαν στην αγορά εκπομπών άνθρακα της Κίνας και είναι επίσης εγγεγραμμένη στον κλάδο εμπορίας στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας της Κίνας.

Οι αλλαγές δεν ισχύουν για τον τομέα φόρτισης ηλεκτρικών οχημάτων της Shell, ο οποίος αποτελεί βασική αναπτυσσόμενη αγορά για την εταιρεία, όπως δήλωσε εκπρόσωπός της.

«Θα εργαστούμε με τους συνεργάτες και τους πελάτες μας για να συμβάλουμε στην ενεργειακή μετάβαση της Κίνας», δήλωσε η Shell.

Στο πλαίσιο της προσπάθειάς της για εξοικονόμηση έως και 3 δις δολ. στο ετήσιο κόστος της, η Shell έχει αποσυρθεί τους τελευταίους μήνες από την ευρωπαϊκή επιχείρηση λιανικής ενέργειας, καθώς και από πολλά υπεράκτια έργα αιολικής ενέργειας και χαμηλών εκπομπών άνθρακα. Έθεσε επίσης προς πώληση στοιχεία ενεργητικού στον τομέα των φωτοβολταϊκών στις ΗΠΑ ενώ εξετάζει και πιθανές επιλογές σχετικά με το γιγάντιο συγκρότημα διύλισης και πετροχημικών που διαθέτει στη Σιγκαπούρη.

Η Shell έχει επίσης πραγματοποιήσει μειώσεις προσωπικού σε ολόκληρες της τις εταιρείες, συμπεριλαμβανομένου του τμήματος λύσεων χαμηλών εκπομπών άνθρακα. Ενώ μειώνει την παρουσία της στον τομέα των ΑΠΕ και των χαμηλών εκπομπών άνθρακα, η Shell σχεδιάζει να επικεντρωθεί ακόμη περισσότερο στο φυσικό αέριο, για το οποίο αναμένει ότι η ζήτηση θα συνεχίσει να αυξάνεται τις επόμενες δεκαετίες.