Από Δεδομένοι να Γίνουμε Διαπραγματεύσιμοι

Αυτές οι συσσωρευμένες προσβολές των ευαισθησιών μας: Eπίσκεψη Κλίντον στην Άγκυρα, στη συνέχεια του Ομπάμα παρακάμπτοντας την Αθήνα και τώρα πρόσκληση του κατοχικού Ταλάτ στην Ουάσινγκτον, πρέπει να ξεχειλίσουν το ποτήρι της ελληνικής οργής. Η νέα αμερικανική αντμινιστρέισιον έχασε εντελώς την αίσθηση του μέτρου.
Του Στέλιου Παπαθεμελή
Παρ, 27 Μαρτίου 2009 - 13:43
Αυτές οι συσσωρευμένες προσβολές των ευαισθησιών μας: Eπίσκεψη Κλίντον στην Άγκυρα, στη συνέχεια του Ομπάμα παρακάμπτοντας την Αθήνα και τώρα πρόσκληση του κατοχικού Ταλάτ στην Ουάσινγκτον, πρέπει να ξεχειλίσουν το ποτήρι της ελληνικής οργής. Η νέα αμερικανική αντμινιστρέισιον έχασε εντελώς την αίσθηση του μέτρου.

Για να το βρει, πρέπει να υπάρξει ελληνική αντίδραση, σφοδρή, αιχμηρή και εμπράγματη. Αντίδραση που να κοστίσει στη «σύμμαχο».

Η εξωτερική μας πολιτική ή θα γίνει πράγματι πολυδιάστατη και άρα επωφελής για τα συμφέροντά μας ή θα παραμείνει μονόπλευρη και δεδομένη ό,τι και αν μας κάνουν, οπότε θα είναι επιζήμια.

Ο νέος πλανητάρχης έρχεται στη γειτονιά μας και απαξιοί να περάσει από το σπίτι μας. Ουδείς προκάτοχός του διανοήθηκε να μας προσβάλει έτσι. Η επιλογή Ομπάμα ξεκινάει από τη, δυστυχώς, ορθή διαπίστωση των συμβούλων του ότι οι Έλληνες είναι a priori δεδομένοι φίλοι και σύμμαχοι των ΗΠΑ. Οι κατά καιρούς αντίθετες κραυγές τους είναι εντελώς επιφανειακά ξεσπάσματα θυμού, ενώ τα ενδότερα της ψυχής τους κυριαρχούνται από έναν φιλοαμερικανικό μαζοχισμό. Άρα εμείς δεν είμαστε ειδικού χειρισμού για τους Αμερικανούς. Μας έχουν στο τσεπάκι τους.

Τα δύο τελευταία χρόνια, ιδίως αυτούς τους μήνες, η Άγκυρα λειτούργησε υπερκινητικά προς τη Μ. Ανατολή, το Ιράν και την Αρμενία -ως και αυτήν- και αυτοπροβλήθηκε ως ο μόνος δυνάμενος να επωμισθεί ηγετικό μεσολαβητικό ρόλο στην περιοχή. Την ίδια περίοδο η απουσία της Ελλάδας από το γίγνεσθαι του ζωτικού αυτού χώρου είναι απίστευτη. Εκ παραδόσεως φιλοαραβικοί και διάμεσοι στις σχέσεις της Δύσης με τον αραβικό κόσμο αποξενωθήκαμε καθ' ολοκληρίαν από εκείνους που μας εμπιστεύονταν. Το κενό μας έσπευσε να το καλύψει η Τουρκία, αν και οι Άραβες ήταν άχρι καιρού καχύποπτοι και δύσπιστοι απέναντί της.

Οι διεθνείς σχέσεις, όπως και η φύση, μισούν το κενό. Ο ισραηλινός ομόλογός μου το 1994 μου ζητούσε τη διαμεσολάβηση του Ανδρέα Παπανδρέου στον Άσαντ της Συρίας διότι αυτό που οι Αμερικανοί δεν κατάφεραν, η κυβέρνησή του πίστευε ότι μπορεί να το καταφέρει μόνο η Ελλάδα με τις ισχυρές προσωπικές σχέσεις του Παπανδρέου με τον Άσαντ.

Οι απόντες στις εξελίξεις δεν υπολογίζονται γενικώς. Θα μπορούσαμε να υπερκεράσουμε την απουσία μας, αν είχαμε ενεργοποιηθεί στην προεκλογική περίοδο των ΗΠΑ και διαπραγματευόμασταν με τον Ομπάμα την εκεί εκλογική μας δύναμη. Περιφρονήσαμε αυτήν την πλευρά, ενώ στην πραγματικότητα οι ελληνικής καταγωγής Αμερικανοί αυτόν πολυτρόπως στήριξαν αλλά η συνδρομή τους προσφέρθηκε δωρεάν. Παλαιά αφέλεια. Ούτε όμως και τις συγκεκριμένες ελληνικές προσβάσεις προς τον Πρόεδρο αξιοποιούμε.

Οι τίμιες διακρατικές σχέσεις βασίζονται στην αμοιβαιότητα. Μπορούμε να την επιβάλουμε, αλλά αυτό προϋποθέτει άλλη στρατηγική από αυτήν που υιοθετεί η κυβέρνηση ή το ΥΠΕΞ.

(Από την εφημερίδα «ΤΟ ΠΑΡΟΝ», 22/03/2009)