Η παγκόσμια προσοχή επικεντρώνεται στην αυξανόμενη ισχύ των δυνάμεων του ISIS στο Ιράκ και τη Συρία και έχει οδηγήσει σε μια μεγάλη συζήτηση σχετικά με το τι πρέπει να πράξουν όλοι οι υπόλοιποι παίκτες ώστε να περιορίσουν αυτό που αντιμετωπίζεται ως ένα πολύ επικίνδυνο κίνημα. Σε κάποιο σημείο, πάντως, η επέκταση του ISIS θα φτάσει στο απόγειό της και το Ιράκ, όπως και η ευρύτερη περιοχή, θα κατακαθίσει σε κάποια de facto κατάσταση και όρια. Μπορούμε να την θεωρήσουμε αυτή ως το «μέσο σενάριο».

Η παγκόσμια προσοχή επικεντρώνεται στην αυξανόμενη ισχύ των δυνάμεων του ISIS στο Ιράκ και τη Συρία και έχει οδηγήσει σε μια μεγάλη συζήτηση σχετικά με το τι πρέπει να πράξουν όλοι οι υπόλοιποι παίκτες ώστε να περιορίσουν αυτό που αντιμετωπίζεται ως ένα πολύ επικίνδυνο κίνημα. Σε κάποιο σημείο, πάντως, η επέκταση του ISIS θα φτάσει στο απόγειό της και το Ιράκ, όπως και η ευρύτερη περιοχή, θα κατακαθίσει σε κάποια de facto κατάσταση και όρια. Μπορούμε να την θεωρήσουμε αυτή ως το «μέσο σενάριο».

Οι παγκόσμιοι δρώντες μπορούν μόνο να αποφασίσουν και να προωθήσουν ένα από τα εξής δύο ανταγωνιστικά σενάρια για το Ιράκ, τα οποία είναι πράγματι πολύ διαφορετικά. Το ένα είναι η διαίρεση του Ιράκ σε τρία αυτόνομα εθνικά κράτη ( de facto ή επίσημα). Η δεύτερη είναι ένα επανενωμένο ιρακινό κράτος, με βάση τον ιρακινό εθνικισμό. Οι εναλλακτικές αυτές, στον βαθμό που συζητώνται ανοικτά, συνήθως παρουσιάζονται ως μια αναλυτικού χαρακτήρα συζήτηση. Στην πραγματικότητα όμως, είναι μια πολιτική συζήτηση.

Η διαίρεση του Ιράκ σε τρία εθνικά κράτη – σουνιτικό, σιιτικό και κουρδικό – έχει συζητηθεί πολύ πριν την εμφάνιση του ISIS στο προσκήνιο ως μια επιθετική δύναμη. Το βασικό επιχείρημα συνήθως είναι η ύπαρξη μακροχρόνιων και εγγενών εθνικών αντιπαραθέσεων στο Ιράκ, σε συνδυασμό με τη γεωγραφική συγκέντρωση των τριών αυτών βασικών εθνικών ομάδων. Οι υπέρμαχοι του συγκεκριμένου σεναρίου λένε ότι οι εθνικές διαμάχες δεν έχουν τελειωμό και ο μόνος τρόπος να έρθει η σταθερότητα στο Ιράκ είναι να αναγνωρίσουμε αυτή την πραγματικότητα.

Υπάρχουν, όμως, προβλήματα με αυτό το επιχείρημα. Το πρώτο είναι ότι οι αποκαλούμενες εγγενείς διαμάχες είναι εδώ και καιρό συμβατές με αντίθετες πρακτικές, όπως οι γάμοι ανάμεσα σε μέλη διαφορετικών εθνοτήτων και η ειρηνική συνύπαρξη σε αρκετές περιοχές, ιδίως στα αστικά κέντρα. Η ιστορική εθνο-γεωγραφική συγκέντρωση έχει μεγεθυνθεί τα τελευταία δέκα χρόνια από μια μεγάλη ποσότητα εθνο-καθάρσεων, η οποία είναι περισσότερο μια συνέπεια, παρά η αιτία της σημερινής έντονης σύγκρουσης.

Το δεύτερο πρόβλημα είναι ότι ο διαχωρισμός δεν θα οδηγήσει στη δημιουργία ομογενών εθνικά κρατών, αφού θα υπάρχουν εναπομένουσες εθνικές μειονότητες και στα τρία κράτη. Εδώ δεν μιλώ μόνο για τα όσα μέλη απομείνουν από κάθε εθνοτική ομάδα στα εδάφη της άλλης, αλλά επίσης και για τις μικρότερες εθνοτικές ομάδες, όπως τους Χριστιανούς, τους Τουρκμένους, τους Κούρδους σιίτες και τους αγνωστικιστές. Η τέλεια εθνική ομοιογένεια είναι ένα μη ρεαλιστικό ζητούμενο οπουδήποτε .

Για να δούμε πόσο ισχύει αυτό, αρκεί να κοιτάξουμε στην Γιουκοσλαβία, όπου η ιδέα της διχοτόμησης ενός κράτους στα επιμέρους εθνοτικά κομμάτια πραγματοποιήθηκε με τις σοβαρές και συνεχιζόμενες συνέπειες που όλοι γνωρίζουμε. Το γιουκοσλαβικό παράδειγμα υπογραμμίζει την τρίτη και σημαντικότερη κριτική για αυτό το σενάριο: Πριν από την διαίρεση, η Γιουκοσλαβία ήταν ένας σημαντικός περιφερειακός γεωπολιτικός παίκτης με ισχυρή οικονομία. Αυτό δεν ισχύει πλέον. Μετά την διαίρεση, θα μπορούμε να πούμε άραγε το ίδιο και για το Ιράκ;

Αν εξετάσουμε το εναλλακτικό σενάριο, έχει το θετικό ότι αποφεύγει τα μειονεκτήματα του πρώτου σεναρίου. Αλλά σε ποια βάση θα μπορούσαμε να το βασίσουμε; Προφανώς υπάρχει μόνο μια: Η αντίθεση στον ιμπεριαλιστικό ρόλο των ΗΠΑ και της Δύσης εν γένει στο Ιράκ. Αυτό ακριβώς είναι που αντιμάχονται έντονα ορισμένες ομάδες, τη στιγμή που άλλες το ευνοούν. Μέσα στο Ιράκ σήμερα, το αποτέλεσμα αυτό επιδιώκει κυρίως ένας παίκτης, οι Σαντριστές. Ο Μουκτάντα αλ-Σαντρ είναι επικεφαλής ενός σιιτικού κινήματος που έχει πολιτική και στρατιωτική ισχύ και κυνηγήθηκε άγρια στην εποχή του καθεστώτος του Σαντάμ Χουσείν. Ωστόσο, έχει δηλώσει από την αρχή ότι θέλει να συνεργαστεί και με τις σοβαρές σουνιτικές ομάδες και με τα κουρδικά κινήματα. Ο μοναδικός του όρος είναι να αντιταχθούν όλοι μαζί στον οποιοδήποτε μελλοντικό ρόλο των ΗΠΑ στο Ιράκ.

Υπάρχουν πολλά ανοικτά ερωτήματα βραχυπρόθεσμα. Ένα από αυτά είναι το πόσο μακριά είναι διατεθειμένες να προχωρήσουν οι ΗΠΑ για να ανατρέψουν το σαντριστικό σενάριο και κατά πόσο μπορούν να το πράξουν. Το δεύτερο είναι κατά πόσο είναι έτοιμο το Ιράν να βοηθήσει στην κατάρρευση της σιιτικής κυβέρνησης στο Ιράκ, προς όφελος μιας αντιιμπεριαλιστικής και πολυεθνικής κυβέρνησης. Το τρίτο είναι ποιος θα αναλάβει τον ρόλο του πρωταθλητή για τις σουνιτικές ομάδες πέραν του ISIS στο Ιράκ. Αν οι ΗΠΑ προσπαθούν να παίξουν αυτό το ρόλο, συμμαχώντας με το Ιράν, τότε δεν θα προτιμούσε να τον παίξει η Σαουδική Αραβία, παραμένοντας έτσι ένας σημαντικός γεωπολιτικός παίκτης στην περιοχή; Το τέταρτο είναι πως μπορεί η Τουρκία να απομακρύνει τον εαυτό της από τον εφιάλτη του ISIS που η ίδια βοήθησε να δημιουργηθεί.

Και φυσικά, όποιο σενάριο και αν επιλεγεί, έχει μεγάλες συνέπειες για τη Συρία, τον Λίβανο και την Παλαιστίνη.