Δευ, 10 Σεπτεμβρίου 2018 - 16:27
Μία χώρα η οποία εξαρτάται σχεδόν κατά 70% για τις ενεργειακές της ανάγκες από υδρογονάνθρακες, δηλ. πετρέλαιο και φ.αέριο, τους οποίους εισάγει σχεδόν 100%, θα έπρεπε κανονικά να την απασχολεί σοβαρά το θέμα της μείωσης, για να μην πούμε απεξάρτησής της, από εισαγόμενα καύσιμα. Δυστυχώς όμως κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει και σε ό,τι κείμενα έχουν υποπέσει στην αντίληψή μας τα τελευταία χρόνια,που διαπραγματεύονται θέματα ενεργειακής πολιτικής, ουδεμία αναφορά γίνεται στο κρίσιμο αυτό θέμα της μείωσης της ενεργειακής εξάρτησης της χώρας. Με το θέμα της αυξημένης ενεργειακής εξάρτησης να έχει άμεσες αρνητικές επιπτώσεις όχι μόνο στα δημόσια οικονομικά, αφού επηρεάζει άμεσα τόσο το ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών,όπου μέχρι πρότινος οι εισαγωγές υδογονανθράκωνήσαν υπεύθυνες για το 60% του ελλείμματος,αλλά και τις εξωτερικές σχέσεις της χώρας, αφού για την ενεργειακή της τροφοδοσία η Ελλάδα εξαρτάται άμεσα από διάφορες χώρες με τις οποίες μπορεί να μην διατηρεί πάντοτε τις καλύτερες σχέσεις και, άρα, να είναι έκθετη σε απειλές και εκβιασμούς. Σε σύγκριση με άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ως αποτέλεσμα των υψηλών σχετικά εισαγωγών ενεργειακών πρώτων υλών, η ενεργειακή εξάρτηση της Ελλάδος παραμένει υψηλή, στο 72,5 % το 2016, ενώ ο μέσος όρος της ΕΕ κυμαίνεται στο 54% κυρίως σε ό,τι αφορά τις εισαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου. Η δε ενεργειακή ένταση της οικονομίας, αν και έχει υποχωρήσει τα τελευταία χρόνια, παραμένει σε αρκετά, υψηλό επίπεδο (131 σε σχέση με 118 toe/ εκατ. € ΑΕΠ μ.ο τής ΕΕ) και στον βιομηχανικό τομέα (132 σε σχέση με ΕΕ μ.ο. 92)