Δευ, 28 Ιανουαρίου 2019 - 10:37
Μπορεί ο τίτλος του σημερινού Σχολίου να ακούγεται οξύμωρος, όμως πιστεύουμε ότι απηχεί σε μεγάλο βαθμό την πραγματικότητα. Γιατί πράγματι με την ολοκλήρωση -μετά μια περίοδο δημόσιας διαβούλευσης- και κατάθεση πριν δυο ημέρες στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), η Ελλάδα απόκτησε μεν ένα είδος μακροχρόνιου ενεργειακού σχεδιασμού, πλην όμως αυτός δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις μιας εθνικής ενεργειακής πολιτικής. Και ο λόγος δεν είναι άλλος από το γεγονός ότι η σχεδίαση και συγγραφή του ΕΣΕΚ στηρίχθηκε απόλυτα σε προδιαγραφές οι οποίες αποφασίστηκαν και προετοιμάστηκαν στις Βρυξέλλες και ισχύουν για όλες τις χώρες ανεξαρτήτως (δίδοντας μια υπέρμετρη έμφαση στη μείωση των εκπομπών ρύπων και στην προώθηση των ΑΠΕ) και αγνοώντας επιδεικτικά τις ιδιαιτερότητες κάθε χώρας.
Στην περίπτωση της Ελλάδας και ενώ είναι αναμφισβήτητο γεγονός ότι οι υδρογονάνθρακες (πετρέλαιο και φυσικό αέριο), οι οποίοι εισάγονται κατά 99% ,καλύπτουν σήμερα το 67% της τελικής ενεργειακής κατανάλωσης, δε λαμβάνονται σχεδόν καθόλου υπόψη στο ΕΣΕΚ από την άποψη της διαχείρισής των κατά τα επόμενα χρόνια, καθώς θα επιχειρείται η μείωση του μεριδίου τους (κυρίως του πετρελαίου) στο ενεργειακό ισοζύγιο. Και αυτό γιατί το ΕΣΕΚ ασχολείται σχεδόν αποκλειστικά με τη μείωση των εκπομπών του θερμοκηπίου (στόχος για μείωση 37% μέχρι το 2030), την αύξηση του μεριδίου των ΑΠΕ στο ενεργειακό ισοζύγιο σε 32% από το σημερινό 16%, την εξοικονόμηση της συνολικής ενεργειακής κατανάλωσης κατά 33% και παράλληλα την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας.